213/2017 ΤρΕφΛαρ (μεταβίβαση δικαιώματος αποκλειστικής χρήσης ακινήτου με διαθήκη)

213/2017

Πρόεδρος: Αργυρώ Αρναούτη-Μπλέτσα

Εισηγητής: Σπυρ. Μελάς

Δικηγόροι: Δημ. Καραγιάννης, Ευάγ. Αγγελούσης

Διαθήκη με την οποία ο αποβιώσας αδελφός των διαδίκων κατέλειπε στην εναγόμενη αδελφή του το δικαίωμά του αποκλειστικής χρήσης σε συγκεκριμένη οικία όπου έμενε.

Αγωγή ακύρωσης διαθήκης και αναγνώρισης εναγόντων ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων με ισχυρισμούς ότι ο αποβιώσας δεν είχε αποκλειστική χρήση της άνω οικίας, ότι η χρήση δεν αποτελεί εμπράγματο δικαίωμα και ότι, και αν ήθελε θεωρηθεί ότι ασκούσε δικαίωμα οίκησης, θα έπρεπε να είναι αποκλειστική, που δεν συμβαίνει διότι σε αυτή διέμενε και η μητέρα τους μέχρι το θάνατο της και κατά περιόδους και ο 2ος ενάγων.

Αβασιμότητα αγωγής αφού ο διαθέτης με σαφήνεια δηλώνει τη βούλησή του να αφήσει το δικαίωμά του αποκλειστικής χρήσης στην οικία όπου διέμενε, το δε ζήτημα του επ’ αυτής δικαιώματος και της δυνατότητάς του να το μεταβιβάσει είναι διαφορετικό και δεν συνιστά αντικείμενο της ένδικης αγωγής ακύρωσης διαθήκης λόγω πλάνης του διαθέτη ως προς το καταλειφθέν αντικείμενο.

{…} 2. Οι εκκαλούντες με την, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Βόλου, από 2.11.2011, με αριθ. καταθ. 465/15.11.11 αγωγή τους ζήτησαν να ακυρωθεί η υπ’ αριθ. …/22.12.2008 δημόσια διαθήκη του αποβιώσαντος στις 6.12.2009 αδελφού τους Ν. Μ., η οποία δημοσιεύτηκε με την υπ’ αριθ. 10/12.1.2010 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου και να αναγνωριστούν ως κληρονόμοι του αποβιώσαντος κατά το νόμιμο ποσοστό της εξ αδιαθέτου διαδοχής. Επί της αγωγής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 203/2013 απόφαση του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου η οποία απέρριψε αυτή (την αγωγή). Την απόφαση αυτή προσβάλλουν οι ενάγοντες με την κρινόμενη έφεσή τους για λόγους που αφορούν την εκτίμηση των αποδείξεων.

3. Από όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν … αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο πατέρας των διαδίκων και του Ν. Μ., που απεβίωσε στις 6 Δεκεμβρίου 2009, Ε. Μ. απεβίωσε στις 28.6.1967 και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από: 1) τη σύζυγο του Α. Μ. κατά τα 4/16 ή 1/4 εξ αδιαιρέτου και 2) από τα τέσσερα τέκνα του (Ν. – αποβιώσαντα, Α., Μ. και Γ.), καθ’ ένα από τα οποία τον κληρονόμησε κατά 3/16 εξ αδιαιρέτου. Οι προαναφερθέντες κληρονόμοι του Ε. Μ. δεν προέβησαν σε αποδοχή της κληρονομιάς. Ο Ε. Μ., κατά το χρόνο του θανάτου του ήταν κύριος α) ενός οικοπέδου, που βρίσκεται επί της οδού Ι. αριθ. …, εμβαδού 200 τμ περίπου, στο οποίο είχαν ανεγερθεί μία ισόγεια κατοικία και ένα αρτοποιείο και β) ενός αγρού εκτάσεως 3 στρεμμάτων περίπου, κείμενου στη θέση «Ξ.» της Κτηματικής Περιφερείας της Κοινότητας Α. Β., ο οποίος βρίσκεται εκτός σχεδίου πόλεως. Το έτος 1969, εν όψει του γάμου της θυγατέρας του Ε. Μ., Α., εκδόθηκε, ύστερα από αίτηση Α. χας Ε. Μ. το γένος Ν. Μ., ως νομίμου εκπροσώπου των ανηλίκων – ορφανών πατρός τέκνων της Μ. και Γ., η υπ’ αριθ. 171/1969 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου η οποία χορήγησε στην αιτούσα Α. χα Ε. Μ. την άδεια να συνομολογήσει εξώδικη διανομή των ως άνω ακινήτων δυνάμει της οποίας η ενήλικη ήδη τότε θυγατέρα της Α. θα λάβει από το οικόπεδο, την εκ δύο δωματίων ισόγεια κατοικία μετά του προ αυτής παρακολουθήματος, μετασκευαζόμενου ήδη – τότε – σε κατάστημα και της αυλής «ης θα έχωσι δικαίωμα χρήσεως και οι λοιποί συμβαλλόμενοι του ληφθησόμενου υπ’ αυτής τμήματος εμφαινομένου υπό τα στοιχεία ΑΕΖΗΘΙΚΔΑ εις το από Μαρτίου 1968 σχεδιάγραμμα του μηχανικού Γ. Π., όπερ δέον να επισυναφτεί στο συνταχθησόμενο συμβόλαιο διανομής. Οι δε λοιποί συγκύριοι, εν οίς και οι ως άνω είρηνται ανήλικοι θα λάβουν το υπόλοιπο του ως άνω ακινήτου μετά του εν αυτώ αρτοποιείου και του δικαιώματος χρήσεως της αυλής της αντισυμβαλλομένης, εμφαινόμενο υπό στοιχείο ΒΕΖΗΟΙΚΓΒ – εις το ως άνω σχεδιάγραμμα».

Η εξώδικη διανομή που επετράπη με την ως άνω απόφαση δεν επακολούθησε, αφού συμβολαιογραφική πράξη εξώδικης διανομής δεν καταρτίστηκε μεταξύ των τότε συγκυρίων. Παρά ταύτα, κατά τη διάρκεια των επομένων ετών, η μεν Α. ανήγειρε πάνω από το κατάστημα της πρώτο όροφο και επεξέτεινε καθ’ ύψος την ισόγεια κατοικία με κτίσμα, που την κατέστησε σε τύπο μεζονέτας, οι δε λοιποί συγκύριοι πάνω από το αρτοποιείο, που, με δαπάνες και των ιδίων και της μητέρας τους Α., ανακατασκευάσαν το αρτοποιείο και ανήγειραν, α) διαμέρισμα στον πρώτο πάνω από το αρτοποιείο όροφο, στον οποίο διέμενε ο αποβιώσας Ν. και β) διαμέρισμα στο δεύτερο, πάνω από το αρτοποιείο όροφο, που διαμένει ο Μ., πρώτος των εναγόντων. Για τα κτίσματα αυτά δεν συστήθηκε επίσης οριζόντια ιδιοκτησία. Στις 1.1.2006 απεβίωσε η μητέρα τους Α. και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από όλα τα τέκνα της, τα οποία δεν προέβησαν σε αποδοχή της κληρονομιάς της.

Στις 6 Δεκεμβρίου 2009, όπως προαναφέρθηκε, απεβίωσε ο Ν. Μ. του Ε. και της Α., ο οποίος ήταν άγαμος και άτεκνος, καταλείποντας ως πλησιέστερους συγγενείς του τα αδέλφια του, ήτοι τους ενάγοντες και την πρώτη εναγομένη. Προ του θανάτου του και συγκεκριμένα στις 22.12.2008 συντάχθηκε, ενώπιον της συμβολαιογράφου Ζ. Σ., η με αριθμό …/22.12.2008 δημόσια διαθήκη του, η οποία δημοσιεύθηκε νόμιμα με τα υπ’ αριθμ. 10/12.1.2010 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου. Στην εν λόγω διαθήκη του ο ανωτέρω Ν. Μ. διατύπωσε την εξής τελευταία βούλησή του: «Στην αδελφή μου Α. χα Θ. Χ. το γένος Ε. Μ. (α’ εναγομένη) αφήνω: 1) το δικαίωμα της αποκλειστικής χρήσης που έχω στην οικία μου που μένω τώρα, που βρίσκεται επί της οδού Ι. αρ. … με Π. αρ. … και ειδικότερα στον πρώτο όροφο (α) οικοδομής κτισμένης σε οικόπεδο όσης έκτασης επί της διασταύρωσης αυτής στο Β., καθώς και το ποσοστό συγκυριότητας το οποίο κατέχω από την κληρονομιά του πατέρα μας Ε. Μ. και της μητέρας μας Α., 2) το 1/2 εξ αδιαιρέτου ενός αγροτεμαχίου εκτάσεως ενός στρέμματος περίπου, που βρίσκεται στην θέση «Π.» της κτηματικής περιφέρειας Κ. Β., 3) Οποιαδήποτε κινητή περιουσία ή χρηματικό ποσό που θα υπάρχει κατά το χρόνο του θανάτου μου. Στις ανηψιές μου, θυγατέρες της Α., Δ. και Ε, Χ, (β’ και γ’ εναγομένη) αφήνω το εξ αδιαιρέτου μερίδιό μου που δικαιούμαι να λάβω από την κληρονομιά του πατέρα μου Ε. Μ. και της μητέρας μας Α. σε ένα αγροτεμάχιο εκτάσεως τεσσάρων περίπου στρεμμάτων, που βρίσκεται στη θέση «Ξ.» της κτηματικής περιφέρειας Α. Δήμου Β.». Εξ αυτών το αγροτεμάχιο, στην θέση «Π.» της κτηματικής περιφέρειας Κ. Β., ο διαθέτης το είχε αποκτήσει εξ αγοράς δυνάμει του υπ’ αριθμ. …/26.1.1983 πωλητηρίου συμβολαίου του Συμβολαιογράφου Α. Δ. που έχει νόμιμα μεταγραφεί.

Οι διάδικοι ερίζουν ως προς τη διάταξη της διαθήκης με την οποία ο αποβιώσας αδελφός τους Ν. αφήνει «το δικαίωμα της αποκλειστικής χρήσης που έχω στην οικία μου που μένω τώρα, που βρίσκεται επί της οδού Ι. αρ. … με Π. αρ. … και ειδικότερα στον πρώτο όροφο (α) οικοδομής κτισμένης σε οικόπεδο όσης έκτασης επί της διασταύρωσης αυτής στο Β., καθώς και το ποσοστό συγκυριότητας το οποίο κατέχω από την κληρονομιά του πατέρα μας Ε. Μ. και της μητέρας μας Α.». Ειδικότερα οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι ο αποβιώσας αδελφός τους Ν. δεν είχε την αποκλειστική χρήση του διαμερίσματος, όπου διέμενε, ώστε να εγκαταστήσει σ’ αυτό κληρονόμο, ότι η χρήση αυτού δεν αποτελεί εμπράγματο δικαίωμα και ότι ακόμη και ήθελε θεωρηθεί ότι ασκούσε στο συγκεκριμένο διαμέρισμα δικαίωμα οίκησης θα έπρεπε αυτή να είναι αποκλειστική πράγμα που δεν συμβαίνει διότι στο διαμέρισμα διέμενε και η μητέρα τους Α., μέχρι το θάνατο της, το έτος 2006 και κατά περιόδους και ο δεύτερος ενάγων. Ότι, όσον αφορά την λοιπή περιουσία, ο διαθέτης όπως και όλοι οι κληρονόμοι γνώριζε ότι κατείχε περιουσία 30,86% επί συγκεκριμένων ακινήτων της πατρικής περιουσίας το οποίο θα μπορούσε να διαθέσει και όχι 25% επί όλων των ακινήτων και ότι αυτή ήταν η βούληση του διαθέτη να αφήσει με τη διαθήκη του ιδανικό του μερίδιο δηλ. το 30,86% επί των ακινήτων που απέμειναν, μετά την προικοδότηση της αδελφής τους Α..

Από το περιεχόμενο όμως της διαθήκης προκύπτει ότι ο διαθέτης με σαφήνεια δηλώνει την βούλησή του να αφήσει στην αδελφή του Α. χα Θ. Χ., το γένος Ε. Μ. (α’ εναγομένη) το δικαίωμα της αποκλειστικής χρήσης που έχει στην οικία που διέμενε, που βρίσκεται επί της οδού Ι. αρ. … με Π. αρ. … και ειδικότερα στον πρώτο όροφο (α) οικοδομής κτισμένης σε οικόπεδο όσης έκτασης επί της διασταύρωσης αυτής στο Β., καθώς και το ποσοστό συγκυριότητας το οποίο κατέχει από την κληρονομιά του πατέρα του Ε. Μ. και της μητέρας του Α.. Το αντικείμενο που αφήνει με τη διαθήκη προκύπτει από αυτή την ίδια τη διαθήκη με σαφήνεια και περί αυτού οι ενάγοντες δεν ισχυρίζονται ότι είναι άλλο από το αντικείμενο που ήθελε ο διαθέτης. Πρόκειται για τον πρώτο όροφο της οικοδομής που είναι κτισμένη στη διασταύρωση της οδού Ι. και Π. στο Β., στον οποίο διέμενε, όσο ζούσε. Το ζήτημα του δικαιώματος το οποίο ο διαθέτης είχε επί του πράγματος αυτού και της δυνατότητάς του να το μεταβιβάσει είναι διαφορετικό και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο της κρινόμενης αγωγής με την οποία ζητείται η ακύρωση της διαθήκης λόγω πλάνης του διαθέτη περί το αντικείμενο που καταλείπει. Πρέπει επομένως η αγωγή να απορριφτεί ως αβάσιμη κατ’ ουσία.

Η εκκαλουμένη που έκρινε όμοια ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και όλοι οι λόγοι της έφεσης, (ο πρώτος λόγος, κατά τον οποίο δεν ελήφθησαν υπόψη σειρά στοιχείων που αφορούν την αποκλειστική διαχείριση του ακινήτου στο οποίο ήταν εγκατεστημένο το αρτοποιείο, ο δεύτερος λόγος της έφεσης κατά τον οποίο ο Ν. Μ. δεν είχε την αποκλειστική χρήση του διαμερίσματος στο οποίο διέμενε, ο τρίτος λόγος της έφεσης, κατά τον οποίο δεν ερμήνευσε τη βούληση του διαθέτη όσον αφορά το διαμέρισμα του πρώτου πάνω από το αρτοποιείο ορόφου, ο τέταρτος λόγος της έφεσης, κατά τον οποίο εξέλαβε εσφαλμένα ότι δεν υλοποιήθηκε η εξώδικη διανομή το 1969, αφού αυτή τυπικά μόνον δεν υλοποιήθηκε ουσιαστικά όμως πραγματοποιήθηκε με αδιαφιλονίκητες πράξεις νομής και κατοχής, ο πέμπτος λόγος της έφεσης, κατά τον οποίο στο διαμέρισμα του πρώτου πάνω από το αρτοποιείο ορόφου διέμενε και δεύτερος των εναγόντων και ότι το διαμέρισμα αυτό κατασκευάστηκε με δαπάνες της Α. Μ. και των αρρένων τέκνων της), πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι καθώς και η έφεση στο σύνολό της…