63/2016 ΜονΠρΛαρ (Τακτική) (σώρευση ανακοπών κατά δ/γής πληρωμής και εκτέλεσης – αίτηση υπαγωγής στο ν.3869/10)

63/2016

Πρόεδρος: Χρυσοβαλάντης Λέτσιος

Δικηγόροι: Πάνος Οικονόμου, Ζωή Παπαμάρκου

 

Παραδεκτή σώρευση ανακοπών κατά δ/γής πληρωμής και εκτέλεσης, όχι κατά την τακτική αλλά την προσήκουσα ειδική διαδικασία πιστωτικών τίτλων στην οποία μη υποχρεωτική κατάθεση προτάσεων.

Μη ασάφεια και αντιφατικότητα δ/γής πληρωμής ως προς την αιτία έκδοσης, καθόσον η ανακριβής αναγραφή της σύμβασης ως ανοικτού επιχειρηματικού δανείου ενώ είναι πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λ/σμό, δεν αλλοιώνει την ταυτότητά της ούτε την αιτία οφειλής.

Επί κατάθεσης αίτησης υπαγωγής οφειλών στο ν. 3869/10, μέχρι τη δικάσιμο  επικύρωσης προδικαστικού συμβιβασμού ή χορήγησης προσωρινής δ/γής μη επιτρεπτή λήψη καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη μήτε μεταβολή πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του, διό άκυρη η επίδοση επιταγής προς πληρωμή.

 

Ι. Με την κρινόμενη ανακοπή ζητείται η ακύρωση της υπ’ αριθμ. 822/2014 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λάρισας και της βάσει αυτής επιταγής προς πληρωμή. Η ανακοπή, στην οποία παραδεκτώς σωρεύονται η κατά το άρθρο 632 παρ. 1 ΚΠολΔ ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής και η κατά το άρθρο 933 παρ. 1 ΚΠολΔ ανακοπή κατά πράξης αναγκαστικής εκτέλεσης, έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως στο παρόν καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο, αλλά εισάγεται εσφαλμένα προς συζήτηση κατά την τακτική διαδικασία και πρέπει να διαταχθεί η εκδίκαση κατά την προσήκουσα ειδική διαδικασία των πιστωτικών τίτλων, κατά τις διατάξεις των άρθρων 591 παρ. 2, 632 παρ. 2 και 937 παρ. 3 ΚΠολΔ. Σημειώνεται ότι οι ανακόπτοντες δεν κατέθεσαν προτάσεις, αλλά τούτο δεν έχει δυσμενείς εις βάρος αυτών δικονομικές συνέπειες, διότι στη διαδικασία των πιστωτικών τίτλων δεν είναι υποχρεωτική η κατάθεση προτάσεων. Επομένως, πρέπει να εξετασθούν οι προβαλλόμενοι λόγοι ανακοπής.

ΙΙ. Κατά την έννοια της διάταξης του αρθρ. 630 γ’ και δ’ ΚΠολΔ, που ορίζει ότι η διαταγή πληρωμής πρέπει να περιέχει, πλην άλλων στοιχείων, την αιτία της πληρωμής και το ποσό των χρημάτων ή χρεογράφων που πρέπει να καταβληθεί, η διαταγή πληρωμής, η οποία δεν είναι δικαστική απόφαση, αλλά μόνο τίτλος εκτελεστός (άρθρα 631 και 904 παρ. 1 ε’ του ίδιου Κώδικα), δεν απαιτείται να περιλαμβάνει πλήρεις και εμπεριστατωμένες αιτιολογίες, ούτε απαιτείται πλήρης περιγραφή όλων των περιστατικών που συγκροτούν την αιτία της οφειλής, αλλά αρκεί ο συνοπτικός προσδιορισμός του γενεσιουργού λόγου της απαίτησης, εις τρόπον ώστε η απαίτηση απλώς να εξατομικεύεται και να μη δημιουργείται αμφιβολία για την ταυτότητά της ή να αποδίδεται στην αιτία της οφειλής εσφαλμένος νομικός χαρακτηρισμός (ΑΠ 1349, 1579/2013, 1094/2006, ΕφΛαρ 361/2007 Νόμος· πρβλ. Στεφ. Πανταζόπουλου, Η ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής, έκδοση β’ σελ. 49/50 και σημ. 103).

Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της ανακοπής, οι ανακόπτοντες ισχυρίζονται ότι η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής είναι ασαφής και αντιφατική ως προς την αναφερόμενη αιτία έκδοσής της και ως προς τη σύμβαση από την οποία προέκυψε η οφειλή. Ο λόγος αυτός ανακοπής είναι παραδεκτός και νόμιμος, στηριζόμενος στις ανωτέρω διατάξεις, και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω και κατ’ ουσίαν.

Από όλα τα έγγραφα τα οποία νομίμως προσκομίζει και επικαλείται η καθ’ ης (οι ανακόπτοντες δεν προσκόμισαν έγγραφα), αποδεικνύεται ότι η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής εκδόθηκε βάσει της από 30.10.2014 αίτησης της καθ’ ης και στη διαταγή βεβαιώνεται ότι εκδόθηκε για χρεωστικό κατάλοιπο από λογαριασμό που έκλεισε οριστικώς στις 29.7.2014, καθώς και ότι προσκομίσθηκαν σε νομίμως επικυρωμένα αντίγραφα η υπ’ αριθμ. 15/4.7.2003 Σύμβαση πίστωσης με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό, η από 6.4.2006 πράξη μεταβολής ύψους πίστωσης, η υπ’ αριθμ. …/14.4.2011 Σύμβαση ανοικτού επιχειρηματικού δανείου «Easy Ανοιχτό» και το από 14.4.2011 πρόσθετο σύμφωνο επαναδιαπραγμάτευσης – κεφαλαίου κίνησης χωρίς εξασφαλίσεις, το από 4.7.2012 πρόσθετο σύμφωνο ρύθμισης κεφαλαίου κίνησης χωρίς εξασφαλίσεις, η από 1.6.2012 πρόσθετη πράξη μεταβολής ύψους πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό. Σαφώς αναφέρεται στη διαταγή πληρωμής ότι οι μεταγενέστερες της αρχικής συμφωνίες (σύμβαση υπό χρονολογία 14.4.2011 και πρόσθετες πράξεις) αποτελούν «αναπόσπαστο μέρος της ως άνω σύμβασης πίστωσης» και ότι δι’ αυτών «τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν τα συμφωνηθέντα με την ως άνω αρχική σύμβαση» (σελίδες 1/2 της διαταγής πληρωμής). Ακολουθεί παράθεση του ιστορικού των συμβάσεων πίστωσης μεταξύ των ανακοπτόντων και της δικαιοπαρόχου της καθ’ ης Ε. Τράπεζας, παρατίθεται το περιεχόμενο της υπ’ αριθμ. …/14.4.2011 σύμβασης και των πρόσθετων πράξεων και αναφέρεται το οριστικό κλείσιμο του τηρηθέντος λογαριασμού και το χρεωστικό κατάλοιπό του. Παρ’ ότι πράγματι ανακριβώς στην τέταρτη σελίδα αναγράφεται η υπ’ αριθμ. 15 σύμβαση ως σύμβαση ανοικτού επιχειρηματικού δανείου, ενώ στην πραγματικότητα είναι σύμβαση πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό, όπως αυτό αποδεικνύεται από το αντίγραφο που προσκομίσθηκε και λήφθηκε υπόψιν για την έκδοση της διαταγής πληρωμής, η ανακρίβεια αυτή δεν αλλοιώνει την ταυτότητα της σύμβασης από την οποία προέκυψε η οφειλή, ούτε μεταβάλλει την αιτία της οφειλής αυτής ή προκαλεί σύγχυση περί αυτής. Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι η καταρτισθείσα στις 4.7.2003 σύμβαση ήταν σύμβαση ανοίγματος πίστωσης μέχρι 20.000 Ε (στις 6.4.2006 το όριο πίστωσης ανήλθε στις 30.000 Ε), χωρίς συμφωνία τήρησης αλληλόχρεου λογαριασμού. Κατά την εξέλιξη της λειτουργίας της σύμβασης εκείνης όμως, λόγω αδυναμίας αποπληρωμής, ύστερα από αίτηση του πρώτου ανακόπτοντος προς την Ε. Τράπεζα, καταρτίσθηκε η υπ’ αριθμ. …/14.4.2011 σύμβαση πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό για μικρές επιχειρήσεις και επαγγελματίες. Βάσει αυτής και σε συνδυασμό με το υπό την αυτή ημερομηνία (14.4.2011) επιγραφόμενο «πρόσθετο σύμφωνο επαναδιαπραγμάτευσης κεφαλαίου κίνησης χωρίς εξασφαλίσεις», η οφειλή ποσού 29.119,02 Ε, η οποία είχε προκύψει έως τις 2.3.2011, αναγνωρίσθηκε από τους ανακόπτοντες (πιστούχο και εγγυήτρια) και καταρτίσθηκε συμφωνία περί τήρησης ανοικτού αλληλόχρεου λογαριασμού με όριο πίστωσης μέχρι 36.000 Ε (όρος 1.1. της σύμβασης) και συγχρόνως οι ανακόπτοντες ανέλαβαν την υποχρέωση να αποπληρώσουν, «κατά μετατροπή» όπως αναγράφεται στη σύμβαση, το έως τότε χρεωστικό υπόλοιπο (29.360 Ε) με μορφή τοκοχρεολυτικού δανείου σε 60 μηνιαίες δόσεις, χωρίς να κλείσει ο αλληλόχρεος λογαριασμός που είχε συμφωνηθεί. Επακολούθησε και νεώτερη σύμβαση ρύθμισης οφειλής, το από 4.7.2012 πρόσθετο σύμφωνο ρύθμισης κεφαλαίου κίνησης χωρίς εξασφαλίσεις, με το οποίο αναγνώρισαν οι οφειλέτες την οφειλή ποσού 27.351,69 Ε (την 1η.6.2012) και συμφώνησαν να το αποπληρώσουν σε 120 ίσες τοκοχρεολυτικές δόσεις (όροι 7 και 8 της σύμβασης). Επομένως, η αιτία της οφειλής, εξ αρχής (4.7.2003) μέχρι την επίδοση των εξώδικων δηλώσεων καταγγελίας της σύμβασης και οριστικού κλεισίματος των λογαριασμών μέσω των οποίων εξυπηρετήθηκε η χορήγηση πίστωσης προς τους ανακόπτοντες (16.10.2014), υπήρξε διαδοχικώς το άνοιγμα πίστωσης (2003), η αναγνώριση χρεωστικού υπολοίπου με συμφωνία τήρησης αλληλόχρεου λογαριασμού (2011) και οι ρυθμίσεις χρεωστικών υπολοίπων με συμφωνίες τοκοχρεολυτικών δάνειων (2011 και 2012). Από τις διαδοχικές συμβάσεις προήλθε, μέσω των περιοδικών αναγνωρίσεων και ρυθμίσεων οφειλής, το τελικό χρεωστικό υπόλοιπο εις βάρος των οφειλετών, για το οποίο εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής. Η εξέλιξη των μορφών χορήγησης πίστωσης, η οποία καθορίσθηκε ανάλογα με τις ανάγκες της ατομικής επιχείρησης του πρώτου ανακόπτοντος και βάσει αιτημάτων ρύθμισης οφειλής υποβληθέντων στην πιστώτρια τράπεζα, περιγράφεται επαρκώς στην ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής και ρητώς μάλιστα στη δεύτερη σελίδα παρατίθενται, ως διατάξεις στις οποίες στηρίχθηκε η έκδοσή της, εκείνες των άρθρων «806, 345, 361, 847 επ. του ΑΚ και 111 και 112 του ΕισΝΑΚ και 64-67 του ν. δ. 17.7/13.8.1923 περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιριών». Οι διατάξεις αυτές καλύπτουν όλο το εύρος των συμβάσεων πίστωσης που καταρτίσθηκαν και περιεγράφησαν ανωτέρω, δηλαδή την σύμβαση ανοικτού επιχειρηματικού δανείου, το τοκοχρεολυτικό δάνειο και τον αλληλόχρεο λογαριασμό. Επομένως, εφ’ όσον στην ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής αναφέρθηκε επαρκώς και σαφώς η αιτία της οφειλής, ο μοναδικός προβαλλόμενος προς ακύρωση της διαταγής πληρωμής λόγος ανακοπής πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.

ΙΙΙ. Κατά την διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 4 ν. 3869/2010, όπως είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 4161/2013 και ίσχυσε κατά τον χρόνο επίδοσης της προσβαλλόμενης επιταγής προς πληρωμή: «Η δικάσιμος για τη συζήτηση της αίτησης προσδιορίζεται μέσα σε έξι μήνες από την ημερομηνία κατάθεσής της. Με την κατάθεση της αίτησης προσδιορίζεται και η ημέρα επικύρωσης, κατά την οποία είτε θα επικυρωθεί ο ενδεχόμενος προδικαστικός συμβιβασμός από τον Ειρηνοδίκη είτε θα συζητηθεί ενδεχόμενο αίτημα για την έκδοση προσωρινής διαταγής. Για την έκδοση προσωρινής διαταγής και τη λήψη προληπτικών μέτρων εφαρμόζεται το άρθρο 781 ΚΠολΔ. Η ημέρα επικύρωσης προσδιορίζεται υποχρεωτικώς δύο μήνες μετά την κατάθεση της αίτησης. Μέχρι την ημέρα της επικύρωσης δεν επιτρέπεται η λήψη καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη, καθώς και η μεταβολή της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του. Από την ημέρα κατάθεσης της αίτησης ο οφειλέτης υποχρεούται να προβαίνει στις μηνιαίες καταβολές που ορίζονται στο άρθρο 5 παρ. 2 εδ. γ’ του παρόντος».

Στην προκειμένη περίπτωση, με τον μοναδικό προβαλλόμενο κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης λόγο της ανακοπής, οι ανακόπτοντες καθ’ ων η εκτέλεση ζητούν να ακυρωθεί η επιταγή προς πληρωμή, διότι κατά τον χρόνο επίδοσής της είχαν υποβάλει αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις του ν. 3869/2010 και σύμφωνα με τον νόμο αυτόν δεν ήταν επιτρεπτή η αναγκαστική εκτέλεση. Με το περιεχόμενο αυτό, ο λόγος ανακοπής είναι παραδεκτός και νόμιμος, στηριζόμενος στη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 3 του ν. 3869/2010 και σε εκείνη του άρθρου 159 αριθμ. 1 ΚΠολΔ και πρέπει να εξετασθεί και κατ’ ουσίαν.

Από όλα τα νομίμως με επίκληση προσκομιζόμενα έγγραφα και από την περιεχόμενη στις προτάσεις δικαστική ομολογία της καθ’ ης αποδεικνύεται ότι στις 25.11.2014 η καθ’ ης επέδωσε στους ανακόπτοντες αντίγραφο της διαταγής πληρωμής με επιταγή προς πληρωμή, πλην όμως, οι καθ’ ων είχαν ήδη από τις 6.11.2014 υποβάλει στο Ειρηνοδικείο Λάρισας τις υπ’ αριθμ. κατάθεσης 814 και 815/2014 αιτήσεις υπαγωγής των οφειλών στις διατάξεις του ν. 3869/2010 και είχε ορισθεί στις 2.2.2015 η δικάσιμος επικύρωσης προδικαστικού συμβιβασμού ή αιτήματος έκδοσης προσωρινής διαταγής. Επομένως, ακύρως έγινε η επίδοση της επιταγής προς πληρωμή στις 25.11.2014. Ως προς την ακυρότητα συνάγεται έμμεση δικαστική ομολογία της καθ’ ης (άρθρ. 261 εδ. β’ ΚΠολΔ), στις προτάσεις της οποίας αποδίδεται η επίδοση επιταγής σε παραδρομή και αναφέρεται ότι δεν επακολούθησε άλλη πράξη αναγκαστικής εκτέλεσης εντός έτους (αρθρ. 926 παρ. 2 ΚΠολΔ). Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η ανακοπή κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης και να ακυρωθεί η από 21.11.2014 επιταγή προς πληρωμή…