59/2016 ΕιρΛαρ (ειδική) (ευθύνη επικουρικού κεφαλαίου – αποδοχή αγωγής – διαφορά με ομολογία αγωγής – υποκατάσταση του ΕΚ)

59/2016 (Ειδική)

Ειρηνοδίκης: Παρθένα Μουτρουπίδου

Δικηγόροι: Κων. Τέρπος

 

Ευθύνη Επικουρικού Κεφαλαίου επί έλλειψης ασφ. κάλυψης, όπως επί ατυχήματος από ανασφάλιστο όχημα, οπότε με την καταβολή αποζημίωσης μεταβιβάζεται εκ του νόμου σε αυτό η απαίτηση του παθόντος.

Αποδοχή αγωγής υπό εναγομένου με αναγνώριση, ολικά ή εν μέρει, του ασκηθέντος δικαιώματος, με δήλωση στα πρακτικά ή στις προτάσεις, με δικόγραφο επιδιδόμενο, ή και σιωπηρά με πράξεις δηλωτικές της αποδοχής.

Μονομερής διαδικαστική πράξη η αποδοχή που γίνεται και από τον με ειδική πληρεξουσιότητα δικηγόρο.

Διαφορά αποδοχής από την ομολογία, γιατί η αποδοχή αφορά άμεσα την αξίωση κατά το νομικό και πραγματικό μέρος, ενώ η ομολογία μόνο τα πραγματικά περιστατικά της αγωγής. Επί παραδεκτής αποδοχής, μη κατάργηση δίκης αλλά το δικαστήριο εκδίδει απόφαση σύμφωνα με αυτή.

Εξώδικος συμβιβασμός ΕΚ με την ασφαλίσασα το όχημα του ζημιωθέντος ασφ. εταιρία και για ζημίες από ανασφάλιστα οχήματα και εκχώρηση από την τελευταία σε αυτό του δικαιώματος να εισπράξει το ποσό από τον ανασφάλιστο εναγόμενο. Υποκατάσταση ΕΚ στα δικαιώματα της ασφ. εταιρίας έναντι του εναγομένου, που  είναι υπόχρεος προς αποζημίωση ως οδηγός του ανασφάλιστου αυτ/του και αποκλειστικά υπαίτιος (κατόπιν αποδοχής της αγωγής) του ατυχήματος.

Με το άρθρο 16 του Ν. 237/1986 συστήθηκε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «Επικουρικό Κεφάλαιο», του οποίου σκοπός, κατά το επόμενο άρθρο 17, ορίσθηκε η καταβολή ασφαλιστικής αποζημίωσης για αστική ευθύνη από αυτοκινητικά ατυχήματα, στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει ασφαλιστική κάλυψη. Κατά το άρθρο 19β του ίδιου Νόμου, το Επικουρικό Κεφάλαιο υποχρεούται να καταβάλει στα ζημιωθέντα πρόσωπα την κατά την παρ. 2 του παρόντος άρθρου αποζημίωση λόγω θανατώσεως ή σωματικών βλαβών ή υλικών ζημιών, μεταξύ άλλων και όταν το ατύχημα προήλθε από αυτοκίνητο, ως προς το οποίο δεν έχει εκπληρωθεί η κατά το άρθρο 2 υποχρέωση. Ορίζεται δε στο άρθρο αυτό (2 παρ. 1) ότι ο κύριος ή κάτοχος αυτοκινήτου κυκλοφορούντος εντός της Ελλάδος επί οδού, υποχρεούται να έχει καλυμμένη με ασφάλιση την εκ τούτου αστική ευθύνη, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 19 παρ. 4 του ίδιου ως άνω Νόμου, το Επικουρικό Κεφάλαιο καταβαλόν την αποζημίωση υποκαθίσταται σε όλα τα εξαιτίας του ατυχήματος δικαιώματα του ζημιωθέντος προσώπου έναντι του υπόχρεου προς αποζημίωση ή του ασφαλιστή αυτού. Έτσι, η απαίτηση του παθόντος μεταβιβάζεται από το Νόμο στο Επικουρικό Κεφάλαιο με όλα τα πλεονεκτήματά της κατά το χρόνο της μεταβιβάσεως.

Περαιτέρω κατά το άρθρο 298 ΚΠολΔ ο εναγόμενος μπορεί να αποδεχτεί την αγωγή, αναγνωρίζοντας ολικά ή εν μέρει το δικαίωμα που έχει ασκηθεί μ’ αυτή, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις κατά το ουσιαστικό δίκαιο. Η αποδοχή μπορεί να γίνει: α) με δήλωση του εναγομένου ενώπιον του δικαστηρίου, που καταχωρίζεται στα πρακτικά, β) με δικόγραφο που επιδίδεται στον ενάγοντα, γ) με την καταχώρηση της σχετικής δήλωσης στις προτάσεις του εναγομένου και δ) σιωπηρά, με πράξεις από τις οποίες συνάγεται με σαφήνεια. Από την παραπάνω διάταξη, όπως αυτή ερμηνεύεται από τη θεωρία και νομολογία, προκύπτει ότι αποδοχή της αγωγής είναι η μονομερής διαδικαστική εκείνη πράξη, που προέρχεται από τον εναγόμενο ή τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, ο οποίος πρέπει να έχει ειδική πληρεξουσιότητα  (βλ. και ΕφΑθ 9/1979 ΝοΒ 27. 1125) και απευθύνεται στο δικαστήριο, ενώπιον του οποίου επιχειρείται. Αντικείμενο της αποδοχής είναι η δήλωση του εναγομένου ότι αναγνωρίζει την ασκηθείσα με την αγωγή αξίωση, δηλαδή τη διαγνωστέα έννομη συνέπεια. Η αποδοχή διαφέρει από την κατ’ άρθρο 352 ΚΠολΔ ομολογία, γιατί ενώ η αποδοχή αφορά άμεσα στην αξίωση, τόσο στο νομικό, όσο και στο πραγματικό μέρος, η ομολογία αφορά μόνο στα πραγματικά περιστατικά, που θεμελιώνουν την αγωγή. Με την αποδοχή αναγνωρίζεται ότι πραγματικά ισχύει το συμπέρασμα του δικανικού συλλογισμού, στον οποίο αναφέρεται το αίτημα της αγωγής, έστω και αν ο συλλογισμός είναι νομικά αβάσιμος. Αντίθετα, η αποδοχή δεν επεκτείνεται στις διαδικαστικές προϋποθέσεις της δίκης. Εφόσον κριθεί ότι η αποδοχή είναι παραδεκτή, δεν καταργείται αυτοδικαίως η δίκη. Το δικαστήριο δεν ερευνά πλέον τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής, αλλά με βάση την αποδοχή υποχρεούται να εκδώσει απόφαση σύμφωνα μ’ αυτή (ΕφΠειρ 830/1993 Δνη 35. 1687, ΕφΑθ 5832/1986 Δνη 27. 1368, ΕφΑθ 1467/1986 Δνη 27. 657).

Στην προκείμενη περίπτωση στην υπό κρίση αγωγή το ενάγον Επικουρικό Κεφάλαιο εκθέτει ότι από υπαιτιότητα του εναγομένου, ο οποίος οδηγούσε το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας … αγροτικό μηχάνημα, ιδιοκτησίας του, το οποίο ήταν ανασφάλιστο, έγινε αυτοκινητικό ατύχημα στον τόπο, το χρόνο και τις συνθήκες που αναφέρονται στην αγωγή, με συνέπεια να προκληθούν ζημιές στο υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας … Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του Χ. Σ., το οποίο οδηγούσε ο ίδιος, για την αποκατάσταση των οποίων δαπάνησε το ποσό των 2.884,94 Ε. Ότι στις 3.2.2015 το ενάγον ήλθε σε εξώδικο συμβιβασμό με την ασφαλιστική εταιρεία «Ε. Π. ΑΕΓΑ», η οποία είχε ασφαλίσει το όχημα του ανωτέρω ζημιωθέντος Χ. Σ. για κάλυψη υλικών ζημιών από ανασφάλιστα οχήματα και η οποία κατέβαλε στον ιδιοκτήτη του, στις 7.10.2013, το ποσό των 2.880 Ε, προς πλήρη εξόφληση των ζημιών του και ότι το ενάγον κατέβαλε σ’ αυτήν το ανωτέρω ποσό των 2.880 Ε. Ότι ο εξώδικος αυτός συμβιβασμός έγινε προς αποφυγή άσκοπων δικαστικών αγώνων και επειδή δεν υπήρχε αμφισβήτηση για την υπαιτιότητα του εναγομένου, λαμβανομένων υπόψη των εκτιθέμενων στην αγωγή στοιχείων και γεγονότων. Ότι μετά την καταβολή στην ανωτέρωασφαλιστική εταιρεία του ποσού των 2.880 Ε ως αποζημίωση, έχει υποκατασταθεί στα δικαιώματα αυτής έναντι του εναγομένου, ο οποίος είναι υπόχρεος να το αποζημιώσει, ως οδηγός και ιδιοκτήτης του ζημιογόνου αυτοκινήτου. Ζητεί δε, κατόπιν τούτων, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, να του καταβάλει το ποσό των 2.880 Ε, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της καταβολής του ως άνω ποσού, άλλως από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής μέχρι την εξόφληση, να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην δικαστική του δαπάνη.

Με αυτό το περιεχόμενο η αγωγή, για το αντικείμενο της οποίας καταβλήθηκε το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου με τα ανάλογα ποσοστά υπέρ ΤΝ και ΤΑΧΔΙΚ, αρμόδια καθ’ ύλη και κατά τόπο φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 14 παρ. 1 εδ. α’ και 22 ΚΠολΔ), κατά την ειδική διαδικασία των διατάξεων των άρθρων 681Α ΚΠολΔ, σε συνδ. προς τα άρθρα 666, 667, 670-676 του ίδιου κώδικα και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 19 παρ. 4 Ν. 237/1986, 914, 297, 298, 346, 927 Α.Κ., 907, 908 παρ. 2 και 176 ΚΠολΔ. Το αίτημα να επιδικαστεί τόκος στο αιτούμενο ποσό από την επομένη της καταβολής του στην ασφαλιστική εταιρία, πρέπει να απορριφθεί, εφόσον το ενάγον δεν επικαλείται όχληση του αντιδίκου του για την καταβολή αυτού. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω η αγωγή για να κριθεί αν είναι βάσιμη και από ουσιαστική άποψη.

Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο ο εναγόμενος παραστάθηκε αυτοπροσώπως και με δήλωση, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά, αποδέχτηκε την κρινόμενη αγωγή ως προς την περιγραφή του ατυχήματος κατά τρόπο ρητό. Μετά από αυτά και εφόσον συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση οι προϋποθέσεις του ουσιαστικού δικαίου για την αποδοχή της αγωγής, ως προς τις συνθήκες του ατυχήματος, δεδομένου ότι το αντικείμενό της δεν εξαιρείται της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και έχει δηλαδή ο εναγόμενος το δικαίωμα διάθεσης του αντικειμένου τούτου, πρέπει το Δικαστήριο να εκδώσει απόφαση, σύμφωνη με την ως άνω αποδοχή, ως προς την περιγραφή του ατυχηματος και κατ’ επέκταση ως προς την υπαιτιότητα του εναγομένου, κατά το διατακτικό. Περαιτέρω από  τα έγγραφα που  επικαλείται και προσκομίζει το ενάγον, για να ληφθούν υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά στοιχεία, είτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, καθώς και από όλη τη συζήτηση της υπόθεσης, αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Αποκλειστικός υπαίτιος για τη σύγκρουση των οχημάτων των διαδίκων, ύστερα και από την αποδοχή της αγωγής ως προς την περιγραφή του ατυχήματος, είναι ο εναγόμενος. Από την προαναφερόμενη σύγκρουση το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας … Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του Χ. Σ., υπέστη ζημιές, για την αποκατάσταση των οποίων δαπάνησε αυτός, για ανταλλακτικά 738 Ε όπως προκύπτει από τις αποδείξεις (…), και για εργασίες επισκευής 2.146,44 Ε όπως προκύπτει από την απόδειξη (…), δηλαδή συνολικά για την επισκευή του αυτοκινήτου του ο Χ. Σ. δαπάνησε το ποσό των 2.880 Ε, το οποίο ο εναγόμενος ήταν υποχρεωμένος να του καταβάλει. Τον ζημιωθέντα, ο οποίος επισκεύασε το αυτοκίνητό του και κατέβαλε το ποσό των 2.880 Ε, αποζημίωσε η ασφαλιστική εταιρεία  «Ε. Π. ΑΕΓΑ», η οποία είχε ασφαλίσει το αυτοκίνητό του και για ζημιές από ανασφάλιστα οχήματα και του κατέβαλε, στις 7.10.2013, το ποσό των 2.880 Ε, προς εξόφληση των ζημιών του από το παραπάνω ατύχημα, εκείνος δε εκχώρησε κάθε δικαίωμά του και απαίτησή του στην ως άνω ασφαλιστική εταιρεία να διεκδικήσει για λογαριασμό του τις απαιτήσεις από τρίτους, που υπήρξαν υπαίτιοι της παραπάνω ζημίας (βλ. την από 7.10.2013 απόδειξη πληρωμής υλικών ζημιών από ανασφάλιστο όχημα της ασφαλιστικής εταιρείας «Ε. Π.»).

Επειδή το ζημιογόνο όχημα ήταν ανασφάλιστο, το ενάγον ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ, στις 3.2.2015, ήλθε σε εξώδικο συμβιβασμό με την ανωτέρω ασφαλιστική εταιρεία, γιατί έκρινε ότι ο συμβιβασμός αυτός συμφέρει οικονομικά περισσότερο από ένα δικαστικό αγώνα και κατέβαλε σ’ αυτή το ποσό των 2.880 Ε, εκδίδοντας την υπ’ αριθμ. … δίγγραμη επιταγή της Ε. Τράπεζας εις διαταγήν της ως άνω ασφαλιστικής εταιρίας, εκχωρώντας ταυτόχρονα η τελευταία στο ενάγον το δικαίωμα να εισπράξει από τον ανασφάλιστο εναγόμενο το παραπάνω ποσό, νομιμότοκα, σύμφωνα με το άρθρο 19 §4 του Ν. 489/1976 (βλ. την από 3.2.2015 εξοφλητική απόδειξη αποζημίωσης, ποσού 2.880 Ετου Επικουρικού Κεφαλαίου). Το ενάγον ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ με την καταβολή της αποζημίωσης στηνασφαλιστική εταιρεία«Ε. Π.», έχει υποκατασταθεί στα δικαιώματα αυτής, έναντι του εναγομένου, ο οποίος είναι υπόχρεος προς αποζημίωσή του (ενάγοντος), ως οδηγός του ζημιογόνου οχήματος και ως αποκλειστικά υπαίτιος της ένδικης σύγκρουσης.Κατ’ ακολουθία, πρέπει να γίνει δεκτή η αγωγή στο σύνολό της και ως κατ’ ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, να καταβάλει στο ενάγον το ποσό των 2.880 Ε, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Όσον αφορά στο αίτημα περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, το Δικαστήριο κρίνει ότι η επιβράδυνση της εκτέλεσης μπορεί να επιφέρει σημαντική ζημία στο ενάγον, γι’ αυτό το σχετικό αίτημα πρέπει να γίνει δεκτό για το ήμισυ του επιδικαζομένου ποσού…