145/2015 ΤριμΕφΛάρ (Εις ολόκληρον ενοχή και δη παθητική μόνο αν συνιστάται με σαφή δήλωση βούλησης ή από το νόμο)
145/2015 Τριμελούς Εφετείου Λάρισας
Πρόεδρος: Γεώρ. Αποστολάκης Εισηγήτρια: Αρχοντούλα Σταυρίδου Δικηγόροι: Δημ. Πίσπας, Θεοδ. Μπίτσιος
Εις ολόκληρον ενοχή και δη παθητική μόνο αν συνιστάται με σαφή δήλωση βούλησης ή από το νόμο.
Άσκηση αξιώσεων κατά της κληρονομίας χωρεί κατά των πλειόνων κληρονόμων κατά το μέτρο κληρονομικής μερίδας εκάστου. Επί εναγωγής τους ως εις ολόκληρον οφειλετών όλου του εκ διαθήκης κληρονομιαίου χρέους μη ανάγκη προσδιορισμού της κληρονομικής μερίδας εκάστου αφού το αίτημα αυτό, αν και μη νόμιμο, καλύπτει το ποσοστό ευθύνης καθενός από την κληρονομική του μερίδα, κατά το περιεχόμενο της διαθήκης, όπως θα προκύψει εκ των αποδείξεων.
5ετής παραγραφή αξιώσεων εμπόρων για το τίμημα εμπορευμάτων. Διακοπή όταν ο υπόχρεος αναγνωρίσει την αξίωση, και άτυπα. Μη αναγνώριση η μη απόκρουση όχλησης.
{…} Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα εταιρία με την από 11.11.2009 και με αριθ. κατάθ. 1370/2009 αγωγή που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Τρικάλων ιστορούσε ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων πώλησης που συνήφθησαν μεταξύ αυτής και του Ν. Π. κατά το διάστημα από 31.8.2002 μέχρι 18.4.2004 πώλησε και παρέδωσε στον τελευταίο τα εμπορεύματα που αναλυτικά αναφέρονται κατ’ είδος, αριθμό και αξία στα επισυναπτόμενα και αποτελούν ένα σώμα με την αγωγή τιμολόγια – δελτία αποστολής συνολικής αξίας 70.362,31 Ε. Ότι το χρέος του ανωτέρω ανερχόταν έως τις 28.8.2002 σε 33.492,53 Ε. Ότι κατά το παραπάνω διάστημα (31.8.2002 έως 18.4.2004) ο Ν. Π. της κατέβαλε συνολικά σε μερική εξόφληση της οφειλής του το ποσό των 37.321,86 Ε. Ότι την 31.7.2005 απεβίωσε ο Ν. Π., ο οποίος με την υπ’ αριθμό …/25.11.1997 δημόσια διαθήκη του εγκατέστησε ως κληρονόμους του τους εναγόμενους και ότι οι εναγόμενοι, αν και αναγνώρισαν προ διετίας με προφορική δήλωσή τους το υπόλοιπο του ανεξόφλητου τιμήματος ύψους 66.532,98 Ε, εν τούτοις παρά τις συνεχείς οχλήσεις της δεν το έχουν καταβάλει σε αυτή. Με βάση τα παραπάνω ζητούν να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι εις ολόκληρον ο καθένας να της καταβάλουν το ως άνω ποσό των 66.532,98 Ε, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής.
Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθμό 44/2011 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Τρικάλων, που την απέρριψε ως αόριστη με την αιτιολογία ότι «η ενάγουσα δεν προσδιορίζει σε αυτή κατά τρόπο σαφή και ορισμένο την ευθύνη των εναγομένων, σε ποια στοιχεία της κληρονομίας εγκαταστάθηκαν και συνεπώς πως κατέστησαν κληρονόμοι ώστε να προκύψει και το ποσοστό της ευθύνης τους έναντι στο χρέος της κληρονομίας, που αποτελεί η αξίωση της ενάγουσας…». Επιπροσθέτως περιέλαβε σκέψη με την οποία έκρινε ως μη νόμιμη την επικουρική περί αδικαιολογήτου πλουτισμού βάση της αγωγής. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη η ενάγουσα με την υπό κρίση έφεσή της για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, ζητεί δε με αυτή και κατά τα ειδικότερα στο δικόγραφό της διαλαμβανόμενα την εξαφάνιση της εκκαλουμένης ώστε να γίνει δεκτή η αγωγή της.
Κατά το άρθρο 480 του ΑΚ «αν περισσότεροι οφείλουν διαιρετή παροχή ή αν περισσότεροι έχουν δικαίωμα σε διαιρετή παροχή, σε περίπτωση αμφιβολίας, κάθε οφειλέτης έχει την υποχρέωση να καταβάλει και κάθε δανειστής έχει το δικαίωμα να λάβει ίσο μέρος», ενώ κατά το άρθρο 481 του ιδίου Κώδικα «η οφειλή εις ολόκληρον υπάρχει όταν σε περίπτωση περισσοτέρων οφειλετών της ίδιας παροχής καθένας από αυτούς έχει την υποχρέωση να την καταβάλει ολόκληρη, ο δανειστής όμως έχει το δικαίωμα να την απαιτήσει μόνο μία φορά». Με τις πιο πάνω ρυθμίσεις ο νομοθέτης καθιερώνει ως κανόνα στις πολυπρόσωπες ενοχές, που αφορούν διαιρετές παροχές, την κατ’ ισομοιρία ευθύνη και δικαίωμα αντίστοιχα, ενώ την εις ολόκληρον ενοχή και ειδικότερα την παθητική εις ολόκληρον ενοχή αναγνωρίζει μόνο όταν αυτή συνιστάται με αναμφίβολη δήλωση βούλησης των συμβαλλομένων ή καθιερώνεται ευθέως από το νόμο (βλ. ΑΠ 454/2006). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1885 του ΑΚ «οι απαιτήσεις και τα χρέη της κληρονομίας διαιρούνται αυτοδικαίως μεταξύ των συγκληρονόμων ανάλογα με τη μερίδα του καθενός», κατά δε το άρθρο 2026 του ΑΚ «οι αξιώσεις κατά της κληρονομίας ασκούνται κατά του κληρονόμου».
Από τις παραπάνω διατάξεις σαφώς προκύπτει ότι η άσκηση των αξιώσεων κατά της κληρονομίας χωρεί κατά των περισσότερων κληρονόμων κατά το μέτρο της κληρονομικής μερίδας εκάστου εξ αυτών. Δεν καθιστά όμως απαράδεκτη λόγω αοριστίας την αγωγή ο μη προσδιορισμός σε αυτή της κληρονομικής μερίδας εκάστου των εναγομένων εκ διαθήκης κληρονόμων του οφειλέτη, όταν αυτοί ενάγονται ως εις ολόκληρον οφειλέτες και ζητείται να υποχρεωθεί ο καθένας στην καταβολή του όλου κληρονομιαίου χρέους, εφόσον το αίτημα αυτό, αν και δεν είναι νόμιμο κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα, εν τούτοις καλύπτει οπωσδήποτε το ποσοστό ευθύνης καθενός που προκύπτει από την κληρονομική του μερίδα, όση και όποια διαμορφώνεται από το περιεχόμενο της διαθήκης, όπως αυτό θα προκύψει από την εν γένει αποδεικτική διαδικασία (βλ. ΑΠ 390/2000, ΑΠ 142/1979). Το Πρωτοβάθμιο, επομένως, Δικαστήριο που απέρριψε ως αόριστη την αγωγή με την αιτιολογία ότι δεν αναφέρεται η κληρονομική μερίδα εκάστου των εναγομένων, έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου. Πρέπει, επομένως, να γίνει δεκτός ο σχετικός λόγος έφεσης, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και να κρατηθεί προς εκδίκαση η αγωγή. {…}
Κατά τις διατάξεις των άρθρων 250 παρ. 1 και 253 του ΑΚ οι αξιώσεις των εμπόρων που έχουν ως περιεχόμενο την καταβολή τιμήματος για εμπορεύματα που χορήγησαν υπόκεινται σε πενταετή παραγραφή, η οποία αρχίζει μόλις λήξει το έτος μέσα στο οποίο συμπίπτει η έναρξη της παραγραφής, κατά δε το άρθρο 260 του ΑΚ η παραγραφή διακόπτεται, όταν ο υπόχρεος αναγνωρίσει την αξίωση με οποιοδήποτε τρόπο. Για την κατά το άρθρο 260 του ΑΚ διακοπή της παραγραφής αρκεί και προφορική (άτυπη) ακόμη αναγνώριση της αξίωσης από τον οφειλέτη, ως και κάθε ενέργεια και συμπεριφορά αυτού (που απευθύνεται και περιέρχεται στο δανειστή), από την οποία να προκύπτει κατ’ αντικειμενική κρίση, ότι ο οφειλέτης έχει σαφή επίγνωση της αξίωσης του δανειστή και θεωρεί αυτή υφιστάμενη, ώστε να μην είναι αναγκαία η έγερση σχετικής αγωγής. Δεν συνιστά όμως αναγνώριση της αξίωσης και δεν επιφέρει διακοπή της παραγραφής η μη απόκρουση της όχλησης του δανειστή. {…}
ούσες με την έφεσή τους είναι αβάσιμα και απορριπτέα.


