640/2015 (Ασφ. μέτρα) ΜονΠρΛαρ (Επί αίτησης του καθ’ ου η εκτέλεση για να διαταχθεί η τμηματική πώληση εκπλειστηριαζόμενου ακινήτου αναγκαία, με ποινή απαραδέκτου, επισύναψη διαγράμματος μηχανικού)
640/2015 (Ασφ. μέτρα)
Πρόεδρος: Χρυσαφίνα Ζυγούρη Δικηγόροι: Ανδρέας Χατζηλάκος, Κωνσταντίνος Μπανάκας
Επί αίτησης του καθ’ ου η εκτέλεση για να διαταχθεί η τμηματική πώληση εκπλειστηριαζόμενου ακινήτου αναγκαία, με ποινή απαραδέκτου, επισύναψη διαγράμματος μηχανικού, αδιαφόρως τοπογράφου ή αρχιτέκτονα.
Επί πλειστηριαζόμενου ενιαίου κληροτεμαχίου, δυνατή η διαίρεση σε δύο τμήματα άρτια και οικοδομήσιμα μετά το ν. 4061/2012, χωρίς τήρηση της διαδικασίας επικύρωσης ανώμαλων δικαιοπραξιών.
Απόρριψη αίτησης ως καταχρηστικής, καθόσον ο αιτών έχει εξαντλήσει κάθε βοήθημα για αναστολή της εκτέλεσης και άσκησε την αίτηση για εμμέσως εκ νέου αναστολή πλειστηριασμού, καθώς επί παραδοχής της είναι υποχρεωτικός ο ορισμός νέας ημερομηνίας του, διότι οι νόμιμες διατυπώσεις της προδικασίας για όλο το ακίνητο δεν αρκούν για τη διεξαγωγή ενός πολλαπλού πλειστηριασμού.
Με την υπό κρίση αίτησή του ο αιτών ζητεί να διατάξει το Δικαστήριο κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1000 εδαφ. δ’ και ε’ ΚΠολΔ την ταυτόχρονη πώληση του ακινήτου, ιδιοκτησίας του, που περιγράφεται λεπτομερώς σ’ αυτή (αίτηση) και πλειστηριάζεται με επίσπευση της καθ’ ης η αίτηση βάσει της υπ’ αριθμ. 1292/2013 διαταγής πληρωμής του κ. Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λάρισας στις 22.7.2015, ολόκληρου ή τμηματικώς με βάση το σχεδιάγραμμα του Θ. Π., αρχιτέκτονα μηχανικού, που επισυνάπτεται στην αίτηση, διότι μόνη η έκθεση του ως ολόκληρου σε δημόσιο αναγκαστικό πλειστηριασμό δυσχεραίνει τη συμμετοχή στη διαδικασία του πλειστηριασμού μεγάλου αριθμού πλειοδοτών, με συνέπεια τη μείωση και των πιθανοτήτων επίτευξης του μεγαλύτερου δυνατού πλειστηριάσματος προς διασφάλιση των συμφερόντων τόσο του αιτούντος όσο και της καθ’ ης η αίτηση.
Με το ως άνω περιεχόμενο και αίτημα η ένδικη ανακοπή αρμοδίως εισάγεται να συζητηθεί από το Δικαστήριο αυτό (άρθρα 933 και 1000 ΚΠολΔ), κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. ΚΠολΔ) και ασκείται παραδεκτώς, παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς της καθ’ ης, που είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, διότι, κατ’ άρθρο 1000 εδαφ. δ’ ΚΠολΔ απαιτείται να επισυνάπτεται στην αίτηση τοπογραφικό διάγραμμα γεωμέτρη ή μηχανικού, χωρίς να γίνεται διάκριση εάν πρόκειται για τοπογράφο μηχανικό ή αρχιτέκτονα μηχανικό. Οι δε διατάξεις, που επικαλείται η καθ’ ης η αίτηση, είτε έχουν καταργηθεί (βλ. ν. 1404/1983 και ν. 3794/2009), είτε δεν αποκλείουν τη σύνταξη τοπογραφικού διαγράμματος από αρχιτέκτονα μηχανικό (βλ. ν. 4663/1930, που ρυθμίζει τις προϋποθέσεις άσκησης των επαγγελμάτων τόσο του τοπογράφου μηχανικού και του αρχιτέκτονα μηχανικού και τις συνέπειες αντιποιήσεις τους και το βδ 769/1972 που ρυθμίζει τα επαγγελματικά δικαιώματα των πολιτικών μηχανικών), είτε ρυθμίζουν άσχετα με τα τοπογραφικά διαγράμματα θέματα, όπως το πδ 318/1994, που με ένα άρθρο ρυθμίζει τη μεταφορά της έδρας συμβολαιογράφου στο Δήμο Μαρκόπουλου, και ο ν. 2916/2001 περί διάρθρωσης ανώτατης εκπαίδευσης και ρύθμισης τεχνολογικού τομέα. Περαιτέρω, είναι νόμιμη, στηριζομένη στις διατάξεις του άρθρου 1000 εδαφ. δ’ και ε’ ΚΠολΔ και 176 ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει η υπό κρίση αίτηση να ερευνηθεί, περαιτέρω, ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από την εκτίμηση της κατάθεσης του Θ. Π. του Ι., μάρτυρα του αιτούντα (η καθ’ ης η αίτηση δεν πρότεινε μάρτυρα ανταπόδειξης) και την ανωμοτί κατάθεση του Δ. Σ. του Α. νόμιμου εκπροσώπου της καθ’ ης η αίτηση, στο ακροατήριο και όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που νομίμως προσκόμισαν μετ’ επικλήσεως οι διάδικοι, πιθανολογήθηκαν τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: Κατόπιν της από 29.10.2013 αίτησης της καθ’ ης εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 1292/2013 διαταγή πληρωμής του κ. Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λάρισας βάσει της από 21.6.2013 σύμβασης μελέτης, προμήθειας, εγκατάστασης και θέσης σε λειτουργία φωτοβολταϊκού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος ισχύος 100 Κwp σε συνδυασμό με την από 24.8.2013 τροποποιητική αυτής σύμβαση, που υπογράφηκε ανάμεσα στην καθ’ ης και τον αιτούντα, καθώς και την από 25.11.2013 σύμβαση αναγνώρισης οφειλής, που υπογράφηκε μεταξύ αυτών και της Ι. Β. ως εγγυήτριας υπέρ του αιτούντα. Με την ως άνω διαταγή πληρωμής ο αιτών και η Ι. Β. υποχρεώθηκαν να καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, στην καθ’ ης η αίτηση το ποσό των 125.700 ευρώ, πλέον νομίμων τόκων και εξόδων.
Στη συνέχεια, βάσει της διαταγής πληρωμής η καθ’ ης επίσπευσε σε βάρος του αιτούντα αναγκαστική εκτέλεση και, συγκεκριμένα, κατασχέθηκε με την υπ’ αριθ. …/8.10.2014 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή Δ. Τ. ένα ενιαίο αγροτεμάχιο, εμβαδού 200.495 τμ, ιδιοκτησίας του αιτούντα, που βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια Ζ. του τέως Δήμου Ν. και νυν Κ., με πρόσωπο 365 μ. επί της Ε.Ο. Λ.-Φ., αρδευόμενο με ιδιόκτητη γεώτρηση. Το ακίνητο αυτό επρόκειτο να εκτεθεί σε δημόσιο αναγκαστικό πλειστηριασμό στις 26.11.2014 με τιμή πρώτης προσφοράς 220.000 ευρώ. Ο αιτών άσκησε την από 17.11.2014 ανακοπή του άρθρου 954 παρ. 4 ΚΠολΔ με αριθ. κατάθ. 1076/17.11.2014, η οποία έγινε δεκτή με την υπ’ αριθμ. 747/2014 απόφαση του Δικαστηρίου (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων). Με την ως άνω απόφαση ορίστηκε αξία του ακινήτου στο ποσό των 400.000 ευρώ και η τιμή πρώτης προσφοράς στο ποσό των 270.000 ευρώ, ορίστηκε δε νέα ημερομηνία διενέργειας του πλειστηριασμού η 7.1.2015. Κατά την ημέρα αυτή δεν πραγματοποιήθηκε ο πλειστηριασμός, διότι ο αιτών άσκησε την από 15.12.2014 αίτηση αναστολής πλειστηριασμού με αριθ. κατάθ. 1162/16.12.2014, η οποία έγινε δεκτή με την υπ’ αριθμ. 3/2015 απόφαση του Δικαστηρίου (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων), με την οποία ανεστάλη ο πλειστηριασμός έως τις 27.5.2015. Ήδη έχει οριστεί νέος πλειστηριασμός για τις 22.7.2015, καθώς η επίδικη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης δεν έχει ανασταλεί. Αντιθέτως, με την υπ’ αριθμ. 755/2014 απόφαση του Δικαστηρίου (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων) έχει απορριφθεί η από 7.11.2014 και με αριθ. κατάθ. 1036/7.11.2014 αίτηση αναστολής κατ’ άρθρο 938 ΚΠολΔ, που άσκησε ο αιτών μετά την άσκηση της, με αριθ. κατάθ. 1015/21.10.2104 ανακοπής του, κατ’ άρθρο 933 ΚΠολΔ, που πρόκειται να συζητηθεί στο παρόν Δικαστήριο, κατά την τακτική διαδικασία, στις 13.10.2015.
Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι το κατασχεμένο ενιαίο αγροτεμάχιο του αιτούντα, εμβαδού 200.495 τμ, που εκτίθεται σε δημόσιο αναγκαστικό πλειστηριασμό στις 22.7.2015, είναι δυνατό, εάν και κληροτεμάχιο, να διαιρεθεί σε δύο (2) τμήματα, που θα είναι άρτια και οικοδομήσιμα, μετά την κατάργηση του ν. 461/1968 με το άρθρο 37 του ν. 4061/2012, χωρίς να πρέπει να τηρηθεί η διαδικασία του άρθρου 31 του ν. 4061/2012, απορριπτομένου ως αβασίμου του σχετικού ισχυρισμού της καθ’ ης η αίτηση, διότι η διαδικασία αυτή προβλέπεται μόνο για την επικύρωση των ανωμάλων δικαιοπραξιών, ήτοι δικαιοπραξιών ακινήτων που πραγματοποιήθηκαν ενάντια στους περιορισμούς και τις απαγορεύσεις του άρθρου 15 του ν.δ. 3958/1959.
Εντούτοις, κατά την κρίση του Δικαστηρίου η αίτηση ασκείται καταχρηστικώς από τον αιτούντα, δεκτού γενομένου και ως ουσία βασίμου του σχετικού ισχυρισμού της καθ’ ης, που προβλήθηκε παραδεκτώς από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της στο ακροατήριο σε συνδυασμό με τα όσα αναφέρει στο σημείωμα, που κατέθεσε στην έδρα, και εκτιμάται ορθώς από το Δικαστήριο, το οποίο, ούτως ή άλλως, δύναται και δεν υποχρεούται να διατάξει την αιτουμένη τμηματική πώληση. Ειδικότερα, ο αιτών, ο οποίος έχει εξαντλήσει κάθε ένδικο βοήθημα, που του παρέχει ο ΚΠολΔ, προκειμένου να πετύχει την αναστολή της σε βάρος του αναγκαστικής εκτέλεσης άσκησε την υπό κρίση αίτηση, αφού εξαντλήθηκαν με την υπ’ αριθμ. 3/2015 απόφαση του Δικαστηρίου (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων) τα χρονικά περιθώρια αναστολής του αναγκαστικού πλειστηριασμού, που επισπεύδεται σε βάρος του ακινήτου του, με τη συμπλήρωση, κατ’ άρθρο 1000 ΚΠολΔ, εξαμήνου στις 27.5.2015, μην έχοντας νομοθετική δυνατότητα άλλης αναστολής της επίδικης διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης μετά την απόρριψη της αίτησης αναστολής αυτής με την υπ’ αριθμ. 775/2014 απόφαση του Δικαστηρίου (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων).
Καταθέτοντάς την λίγες ημέρες πριν από τον πλειστηριασμό (στις 13.7.2015 με ημέρα πλειστηριασμού την 22.7.2015), όχι με σκοπό την επίτευξη του μεγαλύτερου δυνατού πλειστηριάσματος μέσω τμηματικής πώλησης του ενιαίου αγροτεμαχίου του, αλλά για να πετύχει εμμέσως εκ νέου αναστολή του πλειστηριασμού, καθώς σε περίπτωση που η αίτησή του γινόταν δεκτή το Δικαστήριο θα ήταν υποχρεωμένο να ορίσει νέα ημερομηνία πλειστηριασμού μετά το θέρος λόγω αναστολής των πλειστηριασμών εκ του νόμου κατά το χρονικό διάστημα από 1.8 έως 31.8 (άρθρο 940Α ΚΠολΔ). Αφού θα έπρεπε να γίνουν οι αναγκαίες εκ των διατάξεων της αναγκαστικής εκτέλεσης διατυπώσεις, διότι οι διατυπώσεις της προδικασίας που αφορούσαν μέχρι τώρα ολόκληρο το ακίνητο δεν αρκούν για να στηρίζουν την ομαλή διεξαγωγή ενός πολλαπλού πλειστηριασμού και ο υπάλληλος επί του πλειστηριασμού θα έπρεπε να τον ματαιώσει (βλ. ΜονΠρΣάμου 447/2003 Νόμος). Λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι ήδη ο αιτών είχε ασκήσει ανακοπή κατ’ άρθρο 954 ΚΠολΔ πετυχαίνοντας την αύξηση της τιμής πρώτης προσφοράς του ενιαίου ακινήτου και δυσχεραίνοντας, έτσι, με δικές του ενέργειες τη δυνατότητα πώλησής του εν τω μέσω οικονομικής κρίσης που επηρέασε δραστικώς την αγορά ακινήτων, την οποία γνώριζε, αφού υφίσταται από το έτος 2009, και ενώ υπήρχε έκτοτε η δυνατότητα να ζητήσει την τμηματική πώληση.
Ας σημειωθεί ότι μέχρι σήμερα δεν έχει πραγματοποιηθεί έστω και ένας πλειστηριασμός του επίδικου ακινήτου που να έχει ματαιωθεί λόγω μη προσέλευσης πλειοδοτών, ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για πιθανότητα ευχερέστερης τμηματικής πώλησης του επίδικου ακινήτου, καθώς σκοπός του αιτούντα είναι η συνεχής ματαίωση των πλειστηριασμών και όχι η διενέργειά τους επ’ ωφελεία αμφοτέρων των διαδίκων μερών με την επίτευξη μεγαλύτερου πλειστηριάσματος ή η εξασφάλιση χρόνου με σκοπό την εξόφληση εκ μέρους του της οφειλής του έναντι της καθ’ ης η αίτηση.
Ενόψει των παραπάνω, ναι μεν ο αιτών άσκησε ένδικο βοήθημα, που του παρέχει ο νόμος, πλην όμως το άσκησε κατά προφανή παράβαση των άρθρων 281 ΑΚ, 116 και 933 ΚΠολΔ και 20 παρ. 1 και 25 παρ. 3 του Συντάγματος, καθώς δεν πρέπει να παραβλέπεται το ότι η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης διέπεται από διατάξεις που σκοπό έχουν την εξισορρόπηση των συμφερόντων του οφειλέτη και του δανειστή. Έτσι ώστε ναι μεν να προστατεύεται ο πρώτος από προσωρινή πτώση της τιμής του ακινήτου, περίπτωση στην οποία επιχειρεί ο αιτών να θεμελιώσει την αίτησή του επικαλούμενος ευχερέστερη πώληση του ακινήτου, εάν γίνει τμηματικώς, λόγω της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, χωρίς όμως βλάβη των συμφερόντων του δανειστή. Διότι τα ρυθμιστικά της αναγκαστικής εκτέλεσης μέτρα του άρθρου 1000 ΚΠολΔ δεν αποτελούν γενικά μέτρα επιείκειας προς τον οφειλέτη, αλλά στοχεύουν, όπως και όλες οι διατάξεις που διέπουν τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, ως αναγκαίο ακόλουθο της διαγνωστικής διαδικασίας με εξισορρόπηση των παραπάνω συμφερόντων στην ικανοποίηση εκείνου που ζήτησε την προστασία της Πολιτείας στα πλαίσια της διαγνωστικής δίκης και του περί δικαίου αισθήματος και όχι στο να καταστεί η υλοποίηση της απονομής δικαίου κενή περιεχομένου δι’ άσκοπης χρονοτριβής (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη ΚΠολΔ, Τόμος Ε’, εκδ. 1997, άρθρο 904, αριθμός 1α σε σελ. 21, Τόμος ΣΤ’, εκδ. 1997, άρθρο 1000, αριθμός 1 σε σελ. 283-284).
Κατά συνέπεια, πρέπει η υπό κρίση ανακοπή ν’ απορριφθεί…


