Χαιρετισμός Προέδρου ΔΣΛ σε επιστημονική μερίδα 14.12.2012

Χαιρετισμός

Τα τελευταία χρόνια που η χώρα μας βιώνει τη σκληρή πραγματικότητα των μνημονίων, προβάλλεται ιδιαίτερα ένα όντως υπαρκτό πρόβλημα, αυτό της καθυστέρησης των δικών. Αν κανείς ζούσε σε άλλη χώρα, θα νόμιζε ότι αυτό το όντως αρνητικό φαινόμενο, προέκυψε τη τελευταία τριετία, μέσα σε όλα τα άλλα που έφερε η κρίση που βιώνουμε , η οποία βέβαια για πολλούς αποτελεί μια πρώτης τάξης ευκαιρία να κερδίσουν εκμεταλευόμενοι τις αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις.

Αλλά και στη προκείμενη περίπτωση, με το πρόσχημα της οικονομικής κρίσης, της ανάγκης «επιτάχυνσης» των δικών και της «αποσυμφόρησης» των δικαστηρίων από τις εκκρεμείς υποθέσεις, η κρατική εξουσία, με βασικά εργαλεία τα μνημόνια και τους εφαρμοστικούς νόμους αυτών, οτι δηλ. ονομάζουμε «παρασύνταγμα της τρόικα», εξαπέλυσε σφοδρότατη επίθεση κατά των ατομικών και θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών, και ιδίως κατά του δικαιώματος πρόσβασης σε Δικαστήριο και σε Δίκαιη Δίκη, βοηθούμενη βεβαίως από τους μεγαλοεργολάβους των ΜΜΕ, σε αντάλλαγμα διαπλοκών και παραχωρήσεων μεταξύ των άλλων και των δημοσίων τηλεοπτικών συχνοτήτων, που από δημόσιο αγαθό τις μετέτρεψαν και μάλιστα δωρεάν σε μέσο πνευματικού και ηθικού εξανδραποδισμού των πολιτών.
Χωρίς το δικαίωμα πρόσβασης σε Δικαστήριο, όλα τα λοιπά ατομικά και θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες είναι εντελώς φαινομενικά και η ύπαρξη των Δικαστηρίων, Δικαστών και Δικηγόρων μετατρέπεται σε, «είδος πολυτελείας» και προνόμιο της κρατικής εξουσίας και των οικονομικά ισχυρών.
Με τη μετάλλαξη αυτή της έννοιας της «ταχείας δίκης» η νομοθετική και εκτελεστική εξουσία και κάποιοι Δικαστές, επιχειρούν να μετατρέψουν τα ποινικά και διοικητικά ιδίως Δικαστήρια, σε εισπρακτικά Δικαστήρια, τα οποία δεν θα εφαρμόζουν το Σύνταγμα και την Ενωσιακή Νομοθεσία, αλλά μόνο το «παρασύνταγμα» της Τρόϊκα και τους εφαρμοστικούς αυτού νόμους.
Ηδη με διάφορους μνημονιακούς νόμους, καταργήθηκε ουσιαστικά το δικαίωμα της αναίρεσης στις διοικητικές διαφορές ουσίας, το δικαίωμα έφεσης στις ακυρωτικές διαφορές, τα οποία επιτρέπονται μόνο κατ’ εξαίρεση και με απαγορευτικούς όρους, φαλκιδεύτηκε υπέρμετρα το δικαίωμα προσωρινής δικαστικής προστασίας, φαλκιδεύτηκε υπέρμετρα το δικαίωμα πρόσβασης σε δικαστήριο και ιδίως στις “ποινικής φύσεως” διοικητικές υποθέσεις και ιδίως στους οικονομικά ασθενέστερους πολίτες με την επιβολή παραβόλων, προς αποτροπή άσκησης του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη.
Για τα αδικήματα της φοροδιαφυγής του Ν. 3943/2011 προβλέπεται επιτάχυνση της διαδικασίας που στην πραγματικότητα αποτελεί “διπλή ποινικοποίηση” του αυτού αδικήματος. Ακριβέστερα δηλαδή, σε περίπτωση έκδοσης απόφασης του διοικητικού δικαστηρίου επί διοικητικής διαφοράς που αποτελεί ταυτόχρονα και ποινικό αδίκημα, το ποινικό δικαστήριο δεν μπορεί ακολούθως να δικάσει εκ νέου την αυτή πράξη σύμφωνα με την αρχή non bis in idem.
Ακόμη, η εφαρμογή της αυτόφωρης διαδικασίας στο ανωτέρω αδίκημα (ακόμη και αν πρόκειται για κακούργημα!!!) παραβιάζει το ποινικό δόγμα, θεμελιώδεις επιστημονικές έννοιες και αρχές του ποινικού δικαίου και, εν τέλει, το άρθρο 6 παρ. 2 του Συντάγματος και δημιουργεί ακόμη και “αυτόφωρο κακούργημα” 6Ο μήνες μετά την τέλεσή του!!!
Όλα τα παραπάνω, είναι δραματικά επίκαιρα μιας και συμπίπτουν με ένα ακόμη εξοντωτικό φορολογικό νομοσχέδιο που κατετέθη προς ψήφιση αργά χθές το βράδυ στη Βουλή, που περιλαμβάνει πλήρη κατάργηση του αφορολόγητου, ενέργεια η οποία ασφαλώς αντιβαίνει στο Σύνταγμα αφού το υψος του αφορολόγητου ποσού θεσπίζεται για την προστασία της ελάχιστης αξιοπρεπούς διαβίωσης. Μια τέτοια φορολόγηση των πολιτών, σημαίνει de facto δήμευση, οικονομικό «αποκεφαλισμό» και εξαφάνιση από τον εργασιακό χώρο της μεγάλης πλειοψηφίας των ελεύθερων επαγγελματιών –επιστημόνων, ειδικά των νέων, και ταυτόχρονα ανακούφιση των μεγάλων εισοδημάτων. Είναι προφανές επίσης, ότι θα σημάνει και περαιτέρω αύξηση των δαπανημάτων που απαιτούνται για την πρόσβαση του πολίτη στο αγαθό της Δικαιοσύνης και θα περιστείλει ακόμη περισσότερο το συνταγματικό δικαίωμα δικαστικής προστασίας, ενώ την ίδια στιγμή οι λίστες μεγαλοοφειλετών του Δημοσίου παραμένουν ανέπαφες σε συρτάρια αρμοδίων.
Είναι πλέον δεδομένο, ότι στις συνθήκες της ποικιλόμορφης και ποικιλώνυμης «κρίσης» που βιώνουμε, οι λειτουργοί της Δικαιοσύνης δεν θα πρέπει να μένουν αδρανείς. Είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό το γεγονός που τελευταία εκδηλώθηκε, να εκδίδονται αποφάσεις «κόντρα» στο «παρασύνταγμα» της τρόικα. Φαίνεται πώς το παράδειγμα της απλής Ειρηνοδίκου του Ειρηνοδικείου Αθηνών της κ.Κουτρουβίδα, που σε συνθήκες δύσκολες, έκρινε πώς δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις εφαρμοστικών νόμων σε συγκεκριμένα εργασιακά δικαιώματα, βρίσκει μιμητές, αφού βοήθησε βέβαια και η τελευταία εμπειρία των κινητοποιήσεων των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών.
Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι οι οποίοι ασφαλώς και δεν είναι φιλολογικοί όμιλοι, στις ίδιες αυτές συνθήκες, έχουν αυξημένες ευθύνες απέναντι στη πατρίδα και στη κοινωνία, όπως επιβάλει η διάταξη του άρθρου 199 του Κώδικα Περί Δικηγόρων. Να ενδυναμώσουν καταρχήν τα μέλη τους με τα απαραίτητα εφόδια, προκειμένου να ενημερωθούν και να είναι σε θέση να επιτελέσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την αποστολή τους στα Δικαστήρια, αντιμετωπίζοντας ζητήματα περιστολής του δικαιώματος δικαστικής προστασίας. Να ασκήσουν παρέμβαση σε εκκρεμείς δίκες, που αφορούν μεγάλα προβλήματα εθνικού και κοινωνικού περιεχομένου, ενώπιον όλων των Δικαστηρίων, κάθε βαθμού και δικαιοδοσίας. Να διοργανώσουν σεμινάρια, ημερίδες, διαλέξεις, τοπικά συνέδρια, σχετικά με τα ζητήματα αυτά και προς ενημέρωση των πολιτών.

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Γ. ΚΑΤΣΑΡΟΣ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΛΑΡΙΣΑΣ