Εκδήλωση για Νέο Αθλητικό Νόμο (20.02.2009)

a8lhtikosnomosdslar

Κείμενο εισήγησης κ. Αντώνη Γραβάνη

Η αθλητική βία ή βία στα γήπεδα -όπως συνηθίζουμε να την αποκαλούμε- δεν αποτελεί νέο φαινόμενο. Πρωτοέκανε την εμφάνισή της στις δεκαετίες του 60 και του 70 σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες, δίχως η Ελλάδα να αποτελεί εξαίρεση. Aπό τον ίδιο τον πατέρα μου έχω ακούσει ουκ ολίγες ιστορίες για πετροπολέμους και κυνηγητά ανάμεσα σε υποστηρικτές του Ηρακλή Λάρισας και της γειτονικής Νίκης Βόλου στα τέλη της δεκαετίας του 50 ακόμα.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, από νωρίς εκφράστηκαν ανησυχίες για την ολοένα και μεγαλύτερη έκτασή του προβλήματος, όμως έπρεπε πρώτα να φτάσουμε στην τραγωδία του Σταδίου Χέιζελ των Βρυξελλών, προκειμένου το 1986 να αποφασιστεί η λήψη συγκεκριμένων μέτρων για την πάταξη του φαινομένου από όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες.

Θα επιχειρήσω μια σύντομη εμβάθυνση στο ομολογουμένως επιτυχημένο παράδειγμα της Γερμανίας, όπου τα επεισόδια στα πλαίσια αθλητικών εκδηλώσεων αποτελούν τα τελευταία 15 χρόνια σπάνια πρωτοτυπία.

Πρέπει να αναφερθεί εκ των προτέρων ότι στη Γερμανία δεν υπάρχουν ειδικές ποινικές διατάξεις ούτε και ειδική ποινική αντιμετώπιση των δραστών αθλητικής βίας αλλά οι σχετικές παραβάσεις εμπίπτουν στις γενικές διατάξεις του Ποινικού Κώδικα.

Φυσικά, και σε κάθε περίπτωση στη Γερμανία ισχύει κανονικά η δυνατότητα του φυσικού δικαστή να χορηγεί αναστολής εκτέλεσης της ποινής στους παραβάτες του γηπέδου εφόσον πληρούν τις νόμιμες προς τούτο προϋποθέσεις.

Οπωσδήποτε, η γερμανική νομολογία ανέδειξε κάποιες ιδιαιτερότητες των αδικημάτων που σχετίζονται με βία στους αθλητικούς χώρους. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρεται ότι έχει νομολογηθεί από το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Ακυρωτικό Δικαστήριο ότι φίλαθλος που κατελήφθη κατά την είσοδό του στις κερκίδες του σταδίου μεταφέροντας επάνω του βεγγαλικά, διαπράττει απόπειρα σωματικής βλάβης, αφού θεωρείται ότι έχει ήδη εισέλθει στην πρώτη φάση τέλεσης της πράξης.

Το βασικό μέσο αντιμετώπισης του φαινομένου στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στη Μεγάλη Βρετανία και στη Γερμανία είναι η απαγόρευση εισόδου στους αγωνιστικούς χώρους.

Στην πράξη η απαγόρευση επιβάλλεται στο 99% των περιπτώσεων από την ιδιοκτήτρια εταιρία του εκάστοτε σταδίου, βασιζόμενη στον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας αυτού, στον οποίο προσχωρούν υποχρεωτικά όλοι οι επισκέπτες του. Οι εσωτερικοί κανονισμοί των σταδίων είναι εναρμονισμένοι με βασικές κατευθυντήριες γραμμές που εκδίδει κάθε έτος η DFB δηλαδή η Γερμανική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου. Έτσι, με μια διαδικασία απλούστατη επιβάλλεται από τα κατά τόπο στάδια απαγόρευση εισόδου με ισχύ σε ολόκληρη τη χώρα και για αγώνες έως και της τέταρτης κατηγορίας, ενώ η μέγιστη διάρκειά της ανέρχεται σε τρία (3) χρόνια.

Η απαγόρευση μπορεί να επιβληθεί προαιρετικά όταν αφορά σε πρόσωπα που επέδειξαν ανάρμοστη ή αντικανονική συμπεριφορά και πρέπει να επιβληθεί υποχρεωτικά όταν αφορά σε πρόσωπα κατά των οποίων διενεργείται είτε ποινική προκαταρκτική εξέταση είτε προανάκριση για τη διάπραξη μιας σειράς συγκεκριμένων ποινικών αδικημάτων. Σημειώνεται ότι στη δεύτερη περίπτωση η απαγόρευση οφείλει να αρθεί άμεσα μετά την με οποιοδήποτε τρόπο παύση της ποινικής διαδικασίας κατά του υπόπτου.

Σύμφωνα με κοινοτικά στοιχεία του 2006 στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκονταν σε ισχύ περίπου 8000 απαγορεύσεις εισόδου με τις 2000 από αυτές να ισχύουν στη Γερμανία.

Η τήρηση του μέτρου επιτυγχάνεται με την άμεση ενημέρωση ενός Κεντρικού Ηλεκτρονικού Αρχείου και φυσικά με την ενημέρωση των κατά τόπο αστυνομικών αρχών για την επιβληθείσα απαγόρευση.

Παράδειγμα: Έστω ότι απαγορεύεται η είσοδος σε αθλητικές εγκατάστασεις ενός φιλάθλου της Νυρεμβέργης λόγω ανάρμοστης συμπεριφοράς που επέδειξε στο γήπεδο του Μονάχου. Με ευθύνη της εταιρίας Αλλιάντς-Αρένα του Μονάχου, η απαγόρευση καταχωρείται άμεσα στο Κεντρικό Ηλεκτρονικό Αρχείο. Κατόπιν ενημερώνεται η Αστυνομική Διεύθυνση Νυρεμβέργης όπως επιτηρεί και διασφαλίζει την μη προσέλευση του συγκεκριμένου προσώπου σε αθλητικές εκδηλώσεις. Αυτό πάλι επιτυγχάνεται τόσο με τη χρήση σύγχρονων τεχνολογικών μέσων (κάμερες αναγνώρισης βιομετρικών χαρακτηριστικών κ.α.), όσο και με την ευδιάκριτη παρουσία συγκεκριμένων αστυνομικών υπαλλήλων με πολιτικά σε όλες τις αθλητικές εκδηλώσεις της ομάδας -εντός και εκτός έδρας- , η οποία αφενός μεν διασφαλίζει την τήρηση των απαγορεύσεων, αφετέρου δε δρα αποθαρρυντικά για κάθε επίδοξο ταραχοποιό.

Διαπιστώνουμε ότι το εν λόγω μέτρο –που ανάλογό του δεν προβλέπεται στη χώρα μας- δρα τόσο κατασταλτικά απομακρύνοντας από τα γήπεδα σεσημασμένους ταραξίες, όσο και προληπτικά αποθαρρύνοντας επίδοξους παραβάτες.

Διευκρινίζεται ότι η απαγόρευση εισόδου στο γήπεδο αποτελεί το ελαφρύτερο και συνάμα το βασικότερο μέσο αποτροπής επεισοδίων στη Γερμανία και την Μεγάλη Βρετανία. Πρόκειται για μέτρο που βασίζεται σε κανόνες του Αστικού Δικαίου και δεν προϋποθέτει την προηγούμενη ποινική καταδίκη του υποκειμένου.

Ένα άλλο λιγότερο διαδεδομένο μέτρο είναι ο επιβαλλόμενος από την Εισαγγελεία ή το Δικαστήριο όρος εμφανίσεως στο οικείο Αστυνομικό Τμήμα κατά τη διάρκεια αθλητικών εκδηλώσεων. Σε αντίθεση με τη χώρα μας -όπου το συγκεκριμένο μέτρο επιβάλλεται ως παρεπόμενη ποινή σε περίπτωση καταδίκης και φυλάκισης- στη Γερμανία, την Μεγάλη Βρετανία και την Ελβετία επιβάλλεται ως αυτόνομος περιοριστικός όρος ή ξεχωριστή ποινή.

Το έσχατο μέσο αποτροπής σε αθλητικές αναμετρήσεις για τις οποίες υπάρχουν βάσιμες υποψίες πρόκλησης επεισοδίων είναι η απαγόρευση συγκεκριμένων μετακινήσεων φιλοξενούμενων φιλάθλων. Ελλείψει ειδικού νομοθετικού ερείσματος στη Γερμανία το συγκεκριμένο μέτρο επιβάλλεται από τις Αστυνομικές Διευθύνσεις βασιζόμενο στη γενική αστυνομική αρμοδιότητα για τήρηση της δημόσιας τάξης.

Σε αντίθεση με την Γερμανία, η Ελβετία προχώρησε σε συνταγματική αναθεώρηση, προκειμένου να δώσει τη δυνατότητα στον νομοθέτη να περιορίσει τη μετακίνηση φιλοξενουμένων φιλάθλων σε αγώνες «υψηλού κινδύνου».

Ένας άλλος άξονας πάνω στον οποίο δραστηριοποιούνται οι ευρωπαϊκές χώρες για την καταπολέμηση της βίας αφορά στον τομέα της κοινωνικής πρόληψης. Στη Γερμανία υπάρχει έντονη συνεργασία μεταξύ πολιτείας, Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, μεμομωμένων ιδιοκτητών σταδίων και τοπικής αυτοδιοίκησης στο πλαίσιο της υποστήριξης φιλάθλων. Περίπου 50 πρότζεκτ φιλάθλων σε όλη τη Γερμανία υποστηρίζονται από τη συγκεκριμένη σύμπραξη με μια συνολική χρηματοδότηση της τάξης των 5 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως. Τα πρότζεκτ είναι οργανωμένα ως κοινωνικοί φορείς και συμμετέχουν σε κεντρικά οργανωμένες δράσεις και καμπάνιες όπως κατά της ξενοφοβίας, του ρατσισμού, υπέρ της κοινωνικής ευαισθητοποίησης και αλληλοβοήθειας κ.α..

Στην Αγγλία η κεντρική ομοσπονδία φιλάθλων FSF χρηματοδοτείται από την ποδοσφαιρική Ομοσπονδία και το Υπουργείο Εσωτερικών και εκπροσωπεί τα συμφέροντα των φιλάθλων απέναντι σε ενώσεις, υπηρεσίες και σωματεία. Επίσης αναλαμβάνει πολλές πρωτοβουλίες ιδιαίτερα στις εκτός έδρας αναμετρήσεις της Εθνικής Αγγλίας προετοιμάζοντας το έδαφος και τους εκάστοτε τοπικούς φορείς σχετικά με την υποδοχή των άγγλων οπαδών.

Κι ενώ όλα αυτά συνέβαιναν και συμβαίνουν στην Ευρώπη, η απάντηση της ελληνικής πολιτείας -υπό την πίεση των πανίσχυρων ΜΜΕ και των τηλεοπτικών δελτίων ειδήσεων- ήταν προβλεπόμενη, δεδομένη και ανέξοδη. Το όνομα αυτής:

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΧΥΟΝΤΟΣ ΝΟΜΙΚΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ.

Κάπως έτσι προέκυψε η νομοθετική ρύθμιση του άρθρου 41ΣΤ’ του Ν. 2725/99 όπως ισχύει σήμερα μετά τις τροποποιήσεις του με τους Νόμους 3057/2002, 3262/2004 και 3472/2006.

Με τον αρχικό νόμο θεσπίστηκε ένα αυστηρότερο -σε σχέση με τον κοινό Ποινικό Κώδικα- νομικό πλαίσιο για συγκεκριμένες συμπεριφορές που συνιστούν τις πράξεις του εγκλήματος που πλέον τυποποιήθηκε ως «Aδικήματα βίας με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις». Το βασικό αδίκημα πρέπει να έχει τελεστεί «κατά τη διάρκεια αθλητικής εκδήλωσης εντός ή στον περιβάλλοντα χώρο αθλητικής εγκατάστασης» και περιλαμβάνει τις εξής πράξεις:

1) Ρίψη προς τον αγωνιστικό χώρο ή εναντίον άλλου οποιουδήποτε αντικειμένου που μπορεί να προκαλέσει έστω και ελαφρά σωματική βλάβη.

2) Βιαιοπραγία κατά άλλου, ανεξάρτητα αν από αυτή επήλθε σωματική βλάβη.

3) Εκτόξευση απειλών κατά προσώπου, το οποίο σύμφωνα με τους κανονισμούς της οικείας αθλητικής ομοσπονδίας αναγράφεται στο φύλλο αγώνα.

4) Κατοχή ή χρήση αντικειμένων που μπορεί να προκαλέσουν σωματικές βλάβες.

5) Κατοχή ή χρήση βεγγαλικών, καπνογόνων, κροτίδων και γενικά εύφλεκτων υλικών.

Κατ’ αρχάς προβάλλει ως ερωτηματικό κατά πόσο η διαφορετική ποινική αντιμετώπιση των ανωτέρω πράξεων ήταν αναγκαία, ενόψει τόσο του προαναφερθέντος ευρωπαϊκού και γερμανικού παραδείγματος όσο και του πλούσιου οπλοστασίου που προσφέρει ο Ποινικός Κώδικας για ομοειδείς συμπεριφορές Αναφέρονται χαρακτηριστικά αδικήματα όπως α) η πρόκληση σωματικών βλαβών κάθε βαρύτητας, β) η διέγερση και η πρόκληση σε αυτήν, γ) η διατάραξη κοινής / οικιακής ειρήνης και ειρήνης πολιτών, δ) η παρακώλυση συγκοινωνιών, ε) η συμπλοκή, στ) η εκβίαση, ζ) η παράνομη βία, η) η απειλή, θ) η φθορά ξένης περιουσίας κ.α..

Η σημερινή εκδήλωση κατά πάσα πιθανότητα δεν θα λάμβανε χώρα όμως αν δεν ακολουθούσαν οι τροποποιήσεις του Νόμου σε τρεις φάσεις:

– Με το Ν. 3057/2002 εισήχθη η απαγόρευση μετατροπής της επιβαλλομένης ποινής σε χρηματική.

– Ακολούθησε ο Ν. 3262/2004 που αφαίρεσε από το δικαστή την δυνατότητα αναστολής εκτέλεσης της ποινής, ακόμη και αν συντρέχουν οι νόμιμες προς τούτο προϋποθέσεις του Ποινικού Κώδικα.

– Το αποκορύφωμα ΒΕΒΑΙΑ ήταν η ρητή απαγόρευση χορήγησης ανασταλτικού αποτελέσματος ακόμη και στην έφεση του καταδικασθέντος που επεβλήθη με τον Ν. 3472/2006.

Το αποτέλεσμα όλων αυτών των τροποποιήσεων αποτελεί μια ακόμη δυσάρεστη πανευρωπαϊκή πρωτιά για τη χώρα μας: Οποιοσδήποτε ενήλικας κριθεί ένοχος κάποιας από τις παραπάνω παραβάσεις εντός ή στον περιβάλλοντα χώρο αθλητικής εγκατάστασης, οδηγείται στη φυλακή ασχέτως ηλικίας, ιδιαιτέρων συνθηκών τέλεσης της πράξης, ποινικής απαξίας αυτής, πρότερου εντίμου βίου κλπ.

Κάποια απλά παραδείγματα θα καταδείξουν το λογικό, ηθικό και νομικό παράδοξο στο οποίο οδήγησε αυτή η ανόμοια ποινική μεταχείριση:

Έστω ότι δύο πολίτες με λευκά ποινικά μητρώα συλλαμβάνονται επ’ αυτοφώρω. Ο μεν πρώτος είναι αγανακτισμένος κτηνοτρόφος που θέλοντας να διαμαρτυρηθεί για τις τιμές των αγροτικών προϊόντων πυροβολεί ασκόπως στον αέρα στην Κεντρική Πλατεία θέτοντας σε πιθανό κίνδυνο τις ζωές συνανθρώπων του. Ο πολίτης αυτός κατά πάσα πιθανότητα θα τιμωρηθεί σε φυλάκιση με αναστολή.

Ο δεύτερος πολίτης είναι αγανακτισμένος φίλαθλος (επίσης με λευκό ποινικό μητρώο). Αυτός βρίσκεται στις κερκίδες του Σταδίου Αλκαζάρ και εκτοξεύει φραστικές απειλές κατά του διαιτητή που αδίκησε την ομάδα του (ελπίζω βέβαια κάτι τέτοιο να μη γίνει την Κυριακή). Ο φίλαθλος αυτός απειλείται με άμεση και πραγματική φυλάκιση.

Αν στην παραπάνω εξίσωση, προστεθούν οι άθλιες και τριτοκοσμικές συνθήκες που επικρατούν στο Σωφρονιστικό μας Σύστημα καθώς και το κατά τεκμήριο νεαρό της ηλικίας των ατόμων που συνήθως εμπλέκονται σε υποθέσεις του Αθλητικού Νόμου, οδηγούμαστε στο αποτέλεσμα ότι οι συνέπειες στη ζωή εκατοντάδων νέων ανθρώπων που βρέθηκαν ή κινδυνεύουν να βρεθούν στη φυλακή τα τελευταία τρία χρόνια είναι τουλάχιστον βαρύτατες και δυσβάστακτες.

Το ειρωνικό είναι ότι την ίδια στιγμή που η χώρα μας εισήγαγε και διατηρεί το αναχρονιστικό και δρακόντειο αυτό μοντέλο, το πρόβλημα της αθλητικής βίας στην Ελλάδα παραμένει και μόνο ως λυμένο δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Τα επεισόδια σε γήπεδα ή και στους δρόμους των μεγαλουπόλεων δεν παύουν να συμβαίνουν και να επανέρχονται στις επικεφαλίδες της επικαιρότητας.

Σε μια άλλη πραγματικότητα, η απάντηση θα βρισκόταν στη μελέτη και προσαρμογή στα καθ’ ημάς των σχετικών παραδειγμάτων πρόληψης και αποτροπής άλλων προηγμένων χωρών, οι οποίες κατόρθωσαν να περιορίσουν τη βία στα γήπεδα στο ελάχιστο και να προσελκύουν κάθε Σαββατοκύριακο πολλά εκατομμύρια θεατές στα στάδια και τα γήπεδά τους.

Στην ελληνική πραγματικότητα όμως, οι κάθε λογής αρμόδιοι έχουν έτοιμη την δικαιολογία για την παταγώδη αποτυχία τους.

Έφτιαξαν νόμους.

Την συνταγματολογική και δικαιοπολιτική αποτίμηση αυτού ακριβώς του νομικού καθεστώτος, σας καλώ να ακούσουμε από τους έγκριτους καλεσμένους μας, κύριους Χρυσόγονο και Μπαλτάκο με την ελπίδα ότι από τη σημερινή εκδήλωση θα εξαχθούν κάποια χρήσιμα συμπεράσματα, τα οποία ίσως φτάσουν με κάποιο τρόπο κι εκεί που πρέπει.